Το Perio-Drama σάς απαντά &
σας συμβουλεύει για τη στοματική σας υγεία!
Ο οδοντίατρός σας έχει εντοπίσει σημεία φλεγμονής στα ούλα σας. Αυτά τα προβλήματα είναι τις περισσότερες φορές “αόρατα” για εσάς. Η περιοδοντίτιδα, δυστυχώς, είναι μια σιωπηρή νόσος η οποία σπάνια δίνει έντονα συμπτώματα.
Η υποχώρηση των ούλων, καθώς και η αιμορραγία ή το πρήξιμο είναι συμπτώματα τα οποία πιθανώς να τα έχετε παρατηρήσει και εσείς ο ίδιος/η ίδια.
Αν θέλετε να αποκλείσετε την πιθανότητα της ύπαρξης περιοδοντική νόσου, μπορείτε να κλείσετε ένα ραντεβού για την πραγματοποίηση μίας αρχικής περιοδοντικής εξέτασης (περιοδοντόγραμμα).
Το ιατρείο μας είναι εξοπλισμένο για τη λήψη μικρών ψηφιακών ακτινογραφιών, επομένως η πρότερη λήψη πανοραμικής ακτινογραφίας δεν είναι απαραίτητη.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες (απουσία φλεγμονής), η σχισμή ανάμεσα στα δόντια και στα ούλα δεν έχει βάθος μεγαλύτερο των 3mm. Η ανίχνευση του βάθους της σχισμής πραγματοποιείται με ένα ειδικό εργαλείο το οποίο ονομάζεται περιοδοντικός ανιχνευτήρας. Η μέτρηση αυτή εκτελείται σε 6 σημεία γύρω από κάθε δόντι, και τα ευρήματά της συνολικά συνθέτουν το λεγόμενο περιοδοντόγραμμα.
Εν τη παρουσία φλεγμονής λοιπόν, η σχισμή αυτή βαθαίνει (≥4mm) εξαιτίας της αποκόλλησης των ιστών από τις ρίζες, ενώ παράλληλα συνυπάρχει ερυθρότητα, οίδημα και αιμορραγία εν τω βάθει. Η εκβάθυνση της ουλοδοντικής σχισμής οδηγεί στη δημιουργία περιοδοντικών θυλάκων, το κατώτερο τμήμα των οποίων βρίθει από βακτήρια και εναποθέσεις μικροβιακής πλάκας. Με το χρόνο, το στηρικτικό οστό απορροφάται κάτι το οποίο φαίνεται ακτινογραφικά.
Η περιοδοντίτιδα, αν και λοίμωξη βακτηριακής αιτιολογίας, εμφανίζεται σε διάφορες μορφές, άλλοτε χρόνιες μα -όλο και συχνότερα σήμερα- και επιθετικές.
Η περιοδοντίτιδα μπορεί να έχει θίξει ανατομικές περιοχές των οποίων η διάγνωση αλλά και η θεραπεία απαιτεί εμπειρία και εξειδικευμένο εξοπλισμό. Ο Περιοδοντολόγος είναι οδοντίατρος ο οποίος έχει λάβει εξειδίκευση στην αντιμετώπιση ακριβώς τέτοιων περιστατικών.
Κατά τη διάρκεια της αρχικής περιοδοντικής εξέτασης και με βάση τα κλινικά και ακτινογραφικά ευρήματα, ο Περιοδοντολόγος θα μπορέσει να μετρήσει την απώλεια πρόσφυσης και να σας προσφέρει μία αρχική διάγνωση, ενώ θα συζητήσει μαζί σας σχετικά με την πρόγνωση όλων των δοντιών και θα καταρτίσει ένα εξατομικευμένο σχέδιο θεραπείας.
Ο ρόλος του Περιοδοντολόγου συμπληρώνει αυτόν του συναδέλφου παραπέμποντα οδοντιάτρου, ο οποίος μέσω της παραπομπής αναζητά βοήθεια για τη διαχείριση ενός συγκεκριμένου προβλήματός σας.
Η φιλοσοφία του οδοντιατρείου μας βασίζεται επομένως σε σύστημα παραπομπών και, κατ’ επέκταση, τα ευρήματα της αρχικής περιοδοντικής εξέτασης κοινοποιούνται στο συνάδελφο παραπέμποντα οδοντίατρο. Με αυτόν τον τρόπο, το όποιο σχέδιο θεραπείας καταρτίζεται μετά από συνεννόηση και πάντα με επίκεντρο τις δικές σας εξατομικευμένες ανάγκες.
Η πρώτη επίσκεψη συνήθως διαρκεί μία ώρα. Κατά τη διάρκειά της, έχετε τη δυνατότητα να γνωρίσετε και να συζητήσετε εκτενώς με τον Περιοδοντολόγο τα παράπονα και τις επιθυμίες σας.
Κατόπιν, πραγματοποιείται η κλινική εξέταση με μέτρηση των θυλάκων και της απώλειας πρόσφυσης, τα ευρήματα της οποίας καταγράφονται στο περιοδοντόγραμμα.
Με βάση την κλινική εξέταση και εφόσον κριθεί απαραίτητο, μπορεί να ληφθούν μικρές ψηφιακές ακτινογραφίες για την αξιολόγηση του στηρικτικού οστού.
Στο τέλος, όλες οι κλινικές παρατηρήσεις συνοψίζονται από τον Περιοδοντολόγο υπό τη μορφή ενός πορίσματος (διάγνωση, πρόγνωση). Το σχέδιο θεραπείας καταρτίζεται εξατομικευμένα με βάση τις λειτουργικές και αισθητικές απαιτήσεις του ασθενή.
Ο Περιοδοντολόγος μπορεί κατά τη διάρκεια του κλινικού και ακτινογραφικού ελέγχου να διαγνώσει την ανάγκη για κάποιες αποκαταστάσεις. Η ανάγκη αυτή κοινοποιείται δια αλληλογραφίας στο θεράποντα οδοντίατρο, με τον οποίο ο ασθενής ενθαρρύνεται να επικοινωνήσει ώστε να προγραμματίσει τις αναγκαίες θεραπείες.
Οι όποιες αποκαταστάσεις μπορούν να λάβουν χώρα παράλληλα με την περιοδοντική θεραπεία ή μετά το πέρας αυτής.
Στα πλαίσια της προώθησης της ενεργούς πρόληψης (την προτιμάμε από την καταστολή!) και της αγαστής συνεργασίας μεταξύ του γενικού και ειδικού οδοντιάτρου, σας ενθαρρύνουμε να προσέρχεστε τουλάχιστον μία φορά το χρόνο στον οδοντίατρο σας για προληπτικό έλεγχο των δοντιών σας. Με αυτό τον τρόπο, αναπτύσσεται μία συνέχεια στην παρακολούθηση του στόματός σας και ο συνάδελφος μπορεί να αντιληφθεί έγκαιρα τις όποιες αλλαγές συμβαίνουν (όχι απαραίτητα μόνο σε σχέση με τα ούλα σας).
Όχι, το σύμπτωμα της αιμορραγίας δεν είναι απαραίτητο να σχετίζεται με την ύπαρξη περιοδοντίτιδας, καθώς δεν εξελίσσονται όλες οι περιπτώσεις ουλίτιδας σε περιοδοντίτιδα. Αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την άμυνα του κάθε ατόμου.
Η σοβαρότητα και ταχύτητα της εξέλιξης αυτής της αντίδρασης καθορίζεται από διάφορους παράγοντες: τον αριθμό και τύπο των βακτηρίων που ανευρίσκονται στο υποουλικό περιβάλλον, στους ανοσιακούς μηχανισμούς του κάθε ατόμου και στην παρουσία συγκεκριμένων παραγόντων κινδύνου. Για παράδειγμα, όσο πιο επιθετικά τα βακτήρια και ασθενέστερη η άμυνα του οργανισμού, τόσο πιο επιθετική θα είναι η μορφή της περιοδοντίτιδας. Επιπρόσθετα, παράγοντες όπως το κάπνισμα ή ο σακχαρώδης διαβήτης, οι οποίοι μπορούν περαιτέρω να εξασθενήσουν την άμυνα του οργανισμού επιταχύνουν την εξέλιξη της νόσου. Με τον ίδιο τρόπο, αντιυπερτασικά ή ανοσοκατασταλτικά φάρμακα μπορούν να τροποποιήσουν τη φλεγμονώδη αντίδραση στη συνάθροιση μικροβιακής πλάκας, καθιστώντας τους ασθενείς πιο ευαίσθητους. Παρόλα αυτά είναι σαφές ότι, εν τη απουσία μικροβιακής πλάκας, η περιοδοντίτιδα δεν αναπτύσσεται.
Ο Περιοδοντολόγος είναι επιστημονικά καταρτισμένος ώστε να σας ενημερώσει για τους παραπάνω παράγοντες κινδύνου, ενώ είναι σε θέση να διακρίνει τις διάφορες μορφές περιοδοντίτιδας και να καταρτίσει ένα εξατομικευμένο σχέδιο θεραπείας.
Η θεραπεία εκλογής της περιοδοντίτιδας μπορεί να διαφέρει από άτομο σε άτομο και κατά κανόνα περιλαμβάνει την επαγγελματική, ανά τεταρτημόριο και υπό τοπική αναισθησία αφαίρεση των μικροβιακών εναποθέσεων που βρίσκονται κάτω από τα ούλα.
Χωρίς να προηγηθεί αυτό, η εκτενής χρήση στοματικών διαλυμάτων και άλλων προϊόντων στοματικής υγιεινής (πχ. μεσοδόντια βουρτσάκια) δε μπορεί από μόνη της να διεισδύσει περισσότερο από 1-2mm κάτω από τα ούλα σας και, επομένως, δε θίγει την αιτία του προβλήματος.
Ομοίως, η χρήση αντιβιοτικών δεν έχει τίποτα να προσφέρει αν δε συνοδεύεται ταυτόχρονα από μηχανική, επαγγελματική διατάραξη των μικροβιακών εναποθέσεων σε βάθος >5mm κάτω από τα ούλα.
Ο ρόλος του Περιοδοντολόγου λοιπόν είναι να σας προτείνει τρόπους ή μέσα με τα οποία θα διευκολυνθεί η πρόσβαση σε δύσκολα σημεία ή στις πάσχουσες περιοχές, για την καλύτερη εκτέλεση της στοματικής υγιεινής. Οι οδηγίες αυτές δίνονται κατά τη διάρκεια της συντηρητικής περιοδοντικής θεραπείας, αφού οι εκάστοτε περιοχές καθαριστούν επαγγελματικά.
Κατά βάση, τα ούλα ακολουθούν το σχήμα του στηρικτικού οστού. Η περιοδοντίτιδα είναι μια χρόνια διεργασία η οποία χαρακτηρίζεται από απασβεστίωση και υποχώρηση του οστού, η οποία δυστυχώς στις περισσότερες των περιπτώσεων δε μπορεί να αναταθεί και είναι μη αναστρέψιμη.
Μία εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα, είναι όταν τα ούλα σας έχουν υποχωρήσει εξαιτίας ορθοντικής μετακίνησης των δοντιών ή όταν συνυπάρχει τραυματικό βούρτσισμα. Στις περιπτώσεις αυτές, η χειρουργική ανάταση είναι μία λύση η οποία μπορεί να επαναφέρει τα ούλα στην πρότερη τους θέση.
Κατά κανόνα, η συντηρητική θεραπεία προηγείται πάντα της χειρουργικής.
Κάποιες φορές όμως, τα δόντια παρουσιάζουν ανατομικές περιοχές οι οποίες είναι εκ των πραγμάτων δυσπρόσιτες για τα εργαλεία μας (για παράδειγμα οι επιφάνειες ανάμεσα στις ρίζες των πολύρριζων δοντιών) και επομένως η αφαίρεση των υποουλικών μικροβιακών εναποθέσεων τεχνικά δύσκολη, ειδικά χωρίς τη δυνατότητα της απευθείας επισκόπησής τους.
Σε τέτοιες περιοχές, η συντηρητική (κλειστή) περιοδοντική θεραπεία μπορεί να μην επιφέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα με παραμονή θυλάκων ≥6mm κατά την επαναξιολόγηση. Η παραμονή των θυλάκων αυτών συντηρεί μια μικροβιακή χλωρίδα η οποία αποτελεί ρίσκο για την περαιτέρω εξέλιξη της περιοδοντίτιδας.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, και εφόσον έχουμε εξαντλήσει όλα τα συντηρητικά μέσα θεραπείας, η χειρουργική (ανοιχτή) ριζική απόξεση προκρίνεται ως η θεραπεία εκλογής για τα σημεία που δεν ανταποκρίνονται.
Η χειρουργική θεραπεία συνίσταται στην ανασήκωση των ούλων με σκοπό ο Περιοδοντολόγος να επισκοπήσει απευθείας τα ιδιαίτερα αυτά ανατομικά σημεία, να καθαρίσει έχοντας απευθείας όραση και να διορθώσει τις βλάβες στο υποκείμενο οστούν. Στο τέλος, τα ούλα συρράπτονται στη θέση τους με ράμματα τα οποία αφαιρούνται μετά από μία εβδομάδα.
Η θεραπεία αυτή γίνεται υπό τοπική αναισθησία και έχει λιγοστές παρενέργειες. Πέρα από τα τυπικά παυσίπονα (παρακεταμόλη), οι ασθενείς σπάνια παραπονούνται για μετεγχειρητικό πόνο.
Μετά την απομάκρυνση του βακτηριακού παράγοντα από τις επιφάνειες των ριζών, οι μαλακοί και σκληροί ιστοί αφήνονται ώστε να επουλωθούν το λιγότερο 12 εβδομάδες (3 μήνες). Κάποια πρώιμα σημεία επούλωσης είναι η υποχώρηση του οιδήματος και της αιμορραγίας και η μείωση του βάθους των θυλάκων. Τα ούλα επαναπροσφύονται στην καθαρή επιφάνεια των ριζών, δημιουργώντας νέα πρόσφυση.
Μετά την πάροδο των τριών μηνών, διενεργείται η τελική επαναξιολόγηση του αποτελέσματος και μέτρηση της νέας πρόσφυσης σε όλα τα δόντια.
Σε επιλεγμένες περιπτώσεις, ιδιαίτερα σε επιθετικές περιπτώσεις περιοδοντίτιδας όπου υπάρχουν βαθιές οστικές βλάβες, υπάρχει δυνατότητα το απωλεσθέν οστό να αναπλαστεί με τη χρήση αναγεννητικών χειρουργικών τεχνικών.
Η εφαρμογή τους ομοιάζει με την ανοιχτή χειρουργική τεχνική με τη διαφορά του ότι οι οστικές βλάβες πληρώνονται με μοσχευματικό υλικό. Τα ούλα συρράπτονται στη θέση τους και τα ράμματα αφαιρούνται μετά από δυο εβδομάδες. Η ενσωμάτωση των μοσχευματικών υλικών μπορεί να διαρκέσει μέχρι και 6 μήνες.
Στο ιατρείο μας επιλέγουμε μοσχευματικά υλικά μόνο με απόλυτη επιστημονική τεκμηρίωση, από εταιρείες καταξιωμένες στο χώρο και ο οποίες τηρούν όλα τα διεθνή πρωτόκολλα αποστείρωσης, συντήρησης και μεταφοράς.
Η περιοδοντίτιδα είναι χρόνια φλεγμονώδη νόσος και επομένως (όπως για παράδειγμα για κάποια χρόνια φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου) δε μπορούμε ποτέ να μιλήσουμε για απόλυτη ίασή της.
Η φαρέτρα των θεραπειών που έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας στόχο έχει την άρση της εξέλιξης της και μία -μακροπρόθεσμα- σταθερή περιοδοντική κατάσταση.
Προς αυτή την κατεύθυνση, η ολοκλήρωση της συντηρητικής/χειρουργικής φάσης θα πρέπει πάντοτε να ακολουθείται από υποστηρικτική περιοδοντική θεραπεία, η οποία στόχο έχει τη διατήρηση του αποτελέσματος.
Η υποστηρικτική θεραπεία εκτελείται σε μία συνεδρία των 45’. Κατά τη διάρκειά της, ελέγχονται:
- το επίπεδο της στοματικής υγιεινής
- η αιμορραγία
- το βάθος των θυλάκων
Οι υποουλικές εναποθέσεις μικροβιακής πλάκας ανιχνεύονται και αφαιρούνται με τη χρήση ατραυματικής σοδοβολής (EMS Air- & Perio-Flow®), ενώ τα δόντια στιλβώνονται (γυαλίζονται) με τη χρήση ειδικής πάστας. Με αυτόν τον τρόπο, προλαμβάνεται η όποια συσσώρευση μικροβιακής πλάκας, ενώ δίδεται η δυνατότητα στο άτομο να απομακρύνει ευκολότερα τις εναποθέσεις με την προσωπική στοματική υγιεινή.
H αφαίρεση της μικροβιακής πλάκας με τη χρήση laser είναι μία πρόσφατη τεχνολογική προσθήκη στον τομέα της Περιοδοντολογίας η οποία όμως στερείται ακόμα ικανής βιβλιογραφικής τεκμηρίωσης και κατά τη γνώμη μας παρουσιάζει τεχνικές δυσκολίες, καθώς δεν είναι δυνατόν να προσεγγιστούν όλες οι περιοχές του στόματος. Αυτό σημαίνει ότι η αποτελεσματικότητα των διαθέσιμων συσκευών laser δεν είναι ακόμα η επιθυμητή.
Ο χρυσός κανόνας σε σχέση τον υποουλικό καθαρισμό των ριζών παραμένουν οι υπέρηχοι. Το οδοντιατρείο μας είναι εξοπλισμένο με την τελευταία γενιά υπερήχων που λειτουργούν υπό την αρχή του πιεζοηλεκτρικού φαινομένου (EMS Piezon®). Tα ακροφύσια μπορούν και φέρουν καμπές, ώστε να φτάνουν στις πλέον οπίσθιες περιοχές καθώς και ανάμεσα στις ρίζες των πολύρριζων δοντιών. Η δόνηση που προκαλείται σε αυτά όταν αυτά έρχονται σε επαφή με τη ρίζα των δοντιών διαταράσσει και απομακρύνει μηχανικά τη μικροβιακή πλάκα, αφήνοντας μία επιφάνεια πρόσφορη για την επαναπρόσφυση των ιστών.
Η ριζική απόξεση πρέπει να ολοκληρώνεται πάντα με εργαλεία χειρός, καθώς έχει αποδειχθεί πως με αυτό τον τρόπο η τραχύτητα της ρίζας είναι πολύ μικρότερη και έτσι ευνοείται η γρηγορότερη και καλύτερη επούλωση των ιστών.